Πάνε πολλά χρόνια από τότε που οι αρχαίοι Ελληνες λάτρευαν τον Ηλιο, έκαναν θυσίες στον θεό των θαλασσών, Ποσειδώνα, και έτρεμαν στη σκέψη ότι ο Αίολος θα άνοιγε τον ασκό του για να απελευθερώσει τους μανιασμένους ανέμους. Από φόβο ή από εκτίμηση για τις «υπηρεσίες» που προσέφεραν τα στοιχεία της φύσης, οι πρόγονοί μας έδειχναν την ευγνωμοσύνη τους με κάθε τρόπο. Αιώνες αργότερα τα πράγματα άλλαξαν. Το κάρβουνο και ο «μαύρος χρυσός» αντικατέστησαν τις ανθρωπόμορφες αρχαίες θεότητες και αποτέλεσαν τη νέα κινητήρια δύναμη του κόσμου. Οταν τη δεκαετία του 70 πραγματοποιήθηκε η πρώτη πετρελαϊκή χρήση οι ηγέτες της υφηλίου ένιωσαν τη γη να «φεύγει» κάτω από τα πόδια τους. «Το πετρέλαιο κάποια στιγμή θα τελειώσει, γίνεται ακριβότερο, άσε που καταστρέφει και το περιβάλλον» φαίνεται να σκέφτηκαν και στράφηκαν ξανά στη «μητέρα φύση» που δίνει απλόχερα, διαρκώς και φτηνά την ενέργειά της σ' έναν κόσμο που αργοπεθαίνει από τις επιπτώσεις της μόλυνσης του περιβάλλοντος και τις κλιματικές αλλαγές. Οι νέοι παγκόσμιοι ενεργειακοί «θεοί» είναι ο ήλιος, ο άνεμος, το νερό, μαζί με τα βιοκαύσιμα και το νεοεισερχόμενο υδρογόνο. Ολες οι χώρες του κόσμου κάνουν έναν αγώνα δρόμου για να τις εντάξουν τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας στο ενεργειακό δυναμικό τους. Στη διαδρομή αυτή η Ελλάδα, αν και θεωρείται προνομιούχος χώρα, παρακολουθεί από μακριά τις παγκόσμιες εξελίξεις και προσπαθεί να κερδίσει έδαφος αναπολώντας το ένδοξο, «αρχαίο» παρελθόν της. Μέχρι και το 1920, η χώρα μας είχε ενεργειακή αυτάρκεια βασιζόμενη στη βιομάζα και το ξύλο. Κατάφερε μετά χρόνια, το 1980, αν και δεν παράγει πετρέλαιο να εξαρτάται κατά 73% από αυτό. Σήμερα το ποσοστό εξάρτησης από ορυκτά καύσιμα έχει φτάσει το 95%. Το Εθνικό Αστεροσκοπείο υπολογίζει πως αν η «εγχώρια» εκπομπή επικίνδυνων αερίων για το περιβάλλον αυξηθεί κατά 39,2%, το 2010 (η ΕΕ μας έχει θέσει όριο 25%) αυτό δημιουργεί μια υπέρβαση περίπου 15.000.000 τόνων διοξειδίου του άνθρακα. Το πρόστιμο που θα πληρώσουμε για την περιβαλλοντική μας παράβαση θα αντιστοιχεί σε 140 έως 450 για κάθε ελληνικό νοικοκυριό ετησίως, με βάση υπολογισμούς της Greenpeace. Από το 1990 έως το 2004 αυξήσαμε την «εθνική» εκπομπή κατά 26,6%, «κατακτώντας» την τέταρτη παγκόσμια θέση, μαζί με τον Καναδά, στη μαύρη λίστα των χωρών-ρυπαντών. Δεν χρειάζονται περισσότεροι λόγοι να υποστηρίξουν την ανάγκη αλλαγής ενεργειακής ρότας. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αποτελούν πλέον τον πρώτο στόχο.
Υδροηλεκτρική ενέργεια Τα μεγάλα υδροηλεκτρικά εργοστάσια δεν αποτελούν έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας γιατί παρεμβαίνουν στο φυσικό περιβάλλον. Τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται ραγδαία η τεχνική των Μικρών Υδροηλεκτρικών, ισχύος μέχρι 10MW. Εχουν περιορισμένη επίπτωση στο περιβάλλον και εγκαθίστανται σε μικρά ρέματα. Στην Ελλάδα, έχουμε μεγάλο πλήθος αξιοποιήσιμων θέσεων για την κατασκευή και λειτουργία μικρών υδροηλεκτρικών έργων. Ιδανικά σημεία αποτελούν τα υδατικά διαμερίσματα της Ηπείρου, της Δυτικής Στερεάς Ελλάδας, της Δυτικής Μακεδονίας, της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης καθώς και της Δυτικής και Βόρειας Πελοποννήσου. Οι περιοχές αυτές εκτιμάται ότι μπορούν να δώσουν μέχρι και 4363 MW ενέργειας. Ο στόχος είναι το 2010 η εγκατεστημένη ισχύς από μικρά υδροηλεκτρικά έργα να ανέλθει στα 364 MW από τα 60 περίπου MW που διαθέτει η χώρα σήμερα. Από την άλλη πλευρά το υδρογόνο έχει απασχολήσει πολλούς Ελληνες όσον αφορά την αξιοποίησή του ως ενεργειακή πηγή. Πρόσφατα κατάφεραν να το χρησιμοποιήσουν σε κατάλληλα τροποποιημένους καυστήρες, λέβητες και κινητήρες εσωτερικής καύσης στα σπίτια για την παραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας, αλλά και στην κίνηση των αυτοκινήτων. Πριν από έξι μήνες περίπου ανακοινώθηκε το πρόγραμμα HYDROSOL, για το οποίο οι ερευνητές του Εργαστηρίου Τεχνολογίας Σωματιδίων και Αερολυμάτων στο Εθνικό Κέντρο Ερευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης -Ινστιτούτο Χημικών Διεργασιών της Θεσσαλονίκης, τιμήθηκαν με το φετινό βραβείο Ντεκάρτ για την έρευνα αξιοποίησης του υδρογόνου ως πηγή ενέργειας, με την κατασκευή του πρώτου ηλιακού αντιδραστήρα υδρογόνου. Στα σχέδια των ερευνητών είναι η εγκατάσταση μονάδας 1 GW πολύ σύντομα να αυξηθεί σε 5 GW.
Ηλιακή ενέργεια Ο ζωοδότης ήλιος έχει την τιμητική του στην Ελλάδα: περισσότερες από 300 ημέρες τον χρόνο οι ακτίνες του ζεσταίνουν τη χώρα, ενώ υπάρχουν περιοχές οι οποίες φωτίζονται παραπάνω από 3.000 ώρες ετησίως. Το γεγονός αυτό μπορεί να μην κάνει τόσο καλό στην ηλιοθεραπεία, αλλά αν αυτές οι δεσμίδες φωτός γίνουν ηλεκτρική ενέργεια, τότε μπορούν να δώσουν 4.500 κιλοβατώρες ανά τετραγωνικό μέτρο, δηλαδή περίπου όσο ρεύμα καταναλώνει ο μέσος Ελληνας ετησίως (4.000 KW ανά κάτοικο το 1999). Η μετατροπή της ηλιακής ενέργειας σε ηλεκτρική γίνεται είτε απευθείας με τα φωτοβολταϊκά συστήματα είτε αξιοποιώντας τη θερμότητα των ακτίνων του ήλιου για να ζεσταθεί κάποιο υγρό και θα παράγει ατμό που θα τροφοδοτεί μία τουρμπίνα ή μία γεννήτρια. Η εθνική επένδυση στον ήλιο εξαντλήθηκε στους ηλιακούς θερμοσίφωνες. Η Ελλάδα κατέχει την τρίτη θέση στον κόσμο, αφού 350m2 ηλιακών θερμοσυσσωρευτών αντιστοιχούν σε 1.000 κατοίκους. Με αυτόν τον τρόπο η χώρα γλιτώνει τη ρύπανση που θα είχε από έναν συμβατικό σταθμό ηλεκτροπαραγωγής, ισχύος 200 μεγαβάτ, ο οποίος ξοδεύει 1,1 δισεκατομμύρια κιλοβατώρες τον χρόνο, σύμφωνα με στοιχεία της Greenpeace. Από την άλλη πλευρά, η ΕΕ πιστεύει ότι αν «ντυθούν» τα κατάλληλα κτίρια της χώρας με συλλέκτες τότε η ελληνική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας θα εξασφαλίσει το 30% της δύναμής της. Με τον τρόπο αυτό ίσως η χώρα μας να καταφέρει να αντιπαρατεθεί με αξιώσεις στη «σκοτεινή» Γερμανία που με τη βοήθεια του ήλιου φτάνει τα 1.200 MW παραγωγή, ενώ η «φωτεινή» Ελλάδα μόλις ξεπερνάει τα 5,5 MW περίπου. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι μέχρι τις 31-12-2006 στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας κατατέθηκαν 2.482 επενδυτικά σχέδια για την παραγωγή 32.019 MW από ΑΠΕ, δηλαδή τριπλάσια της συνολικής εγχώριας εγκατεστημένης ισχύος ηλεκτρικής ενέργειας. Τώρα που ο νόμος 3468/2006 επιδοτεί με 0,40-0,50 ευρώ, κάθε κιλοβατώρα που παράγεται από τον ήλιο και τροφοδοτείται στο δίκτυο της ΔΕΗ, φαίνεται ότι αποτελεί κίνητρο να ξεπεράσουμε τον στόχο των 3.000KW, δηλαδή του 20% της εγκατεστημένης ενέργειας από ΑΠΕ. Η Ενωση Βιομηχανιών Ηλιακής Ενέργειας προτείνει την εγκατάσταση δέκα εκατ. τετραγωνικών μέτρων συλλεκτών (δυόμισι φορές την έκταση της Αττικής δηλαδή) έως το 2015, από τα οποία θα αντιστοιχεί ένα τετραγωνικό μέτρο για κάθε Ελληνίδα και Ελληνα. Οι ελληνικές τράπεζες έχουν δημιουργήσει χρηματοδοτικά προϊόντα που απευθύνονται σε όσους θέλουν να επενδύσουν στα φωτοβολταϊκά συστήματα, είτε για οικιακή χρήση είτε ως επιχειρηματική δραστηριότητα.
Γεωθερμική ενέργεια Η Ελλάδα είναι προικισμένη από τη φύση. Λίγα μέτρα κάτω από την επιφάνεια της γης αναπτύσσονται μεγάλες θερμοκρασίες που ξεκινούν από 28οC και μπορεί να φτάσουν, ανάλογα με το βάθος, σε 350οC. Σε μερικές περιοχές, είτε λόγω του ηφαιστειογενούς εδάφους είτε λόγω της ανόδου ζεστού νερού από ρήγματα, η θερμότητα της γης είναι σημαντικά μεγαλύτερη από αυτή της επιφάνειας, με αποτέλεσμα σε μικρό σχετικά βάθος να βρίσκονται νερό ή ατμός υψηλής θερμοκρασίας. Οι περιοχές αυτές ονομάζονται γεωθερμικά πεδία, και εκεί η εκμετάλλευση της γεωθερμικής ενέργειας είναι πρόσφορη. Στην Ελλάδα υπάρχουν 56 θερμές πηγές. Κάπως έτσι εξηγείται ο ατμός που έβγαινε κοντά στο Μαντείο των Δελφών και έδινε έμπνευση στην Πυθία. Ακόμα και οι Θερμοπύλες πήραν το όνομά τους από πηγές θερμότητας που βρίσκονταν στο υπέδαφός τους. Από τη θερμοκρασία του νερού ή του ατμού που βγαίνει από τη γη εξαρτάται και η χρησιμότητά του. Στη Μήλο και στη Νίσυρο η θερμότητα του νερού ξεπερνά τους 90οC και αν αντληθεί με ειδική τεχνολογία μπορεί να δημιουργήσει ηλεκτρική ενέργεια. Στην προσπάθεια που έκανε η ΔΕΗ να αξιοποιήσει τη γεωθερμία των νησιών το 1985, δημιουργώντας ένα εργοστάσιο δυναμικότητας 2KW για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος, βρήκε την αντίδραση των κατοίκων που διαμαρτυρήθηκαν για τη δυσοσμία που προκλήθηκε από την απελευθέρωση αερίων. Χάθηκε η ευκαιρία να παραχθεί ενέργεια 120 KW, η οποία φτάνει για την ενεργειακή επάρκεια όλων των Κυκλάδων. Η γεωθερμία που βρίσκεται σε βάθος μέχρι 100 μέτρων μπορεί να αξιοποιηθεί για τη θέρμανση και ψύξη κτιρίων. Το θετικό της γεωθερμίας είναι ότι δεν επηρεάζεται από τις κλιματικές συνθήκες και διατηρεί σταθερή θερμοκρασία και σταθερή ροή. Με τη μέθοδο των αντλιών θερμότητας που μεταφέρουν το νερό της ενεργειακής πηγής κλιματίζεται το Δημαρχείο Ρόδου και τρεις ιδιωτικές κατοικίες. Το κόστος της θέρμανσης είναι φθηνότερο κατά 50%, από την περίπτωση που θα χρησιμοποιούσε κανείς πετρέλαιο για θέρμανση. Η γεωθερμία χρησιμοποιείται στη Μακεδονία και στη Θράκη σε θερμοκήπια, ιχθυοκαλλιέργειες κ.ά. Αν και η Ελλάδα διαθέτει πολλά αποθέματα ο στόχος για το 2010 είναι να καταλάβει το 0,4% της παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ έχοντας παραγωγή 12 KW.
Αιολική ενέργεια Οι άνεμοι του Αιγαίου αποτελούν το «μήλον της έριδας» για τους υποψήφιους παραγωγούς «καθαρής» ηλεκτρικής ενέργειας. Οι 1.200 ανεμογεννήτριες που διαθέτει η χώρα παράγουν περίπου 745,6 MW, δηλαδή το 2,5% της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής. Μέχρι το 2006 αξιοποιούσαν αρμονικά με τα μποφόρ του Αιγαίου μόνο 10% των ανεμογεννητριών που έχουν πάρει άδεια και το 2% όσων είχαν κάνει αίτηση για να λειτουργήσουν. Ο λιγνίτης δίνει φθηνότερη ενέργεια από τον άνεμο γιατί ενώ ο αέρας προσφέρεται «δωρεάν» η εγκατάσταση μιας ανεμογεννήτριας μπορεί να φτάσει τα €3εκ. και έχει διάρκεια ζωής 20 χρόνια. Το κέρδος είναι περιβαλλοντικό αφού για κάθε μία κιλοβατώρα που παράγεται από τον άνεμο εξαφανίζεται μία κιλοβατώρα που παράγεται από συμβατικούς σταθμούς. Στο ερώτημα εάν η παραδοσιακή νησιώτικη αρχιτεκτονική μπορεί να ανεχτεί σε μικρή απόσταση μια ανεμογεννήτρια που έχει ύψος περίπου 90 μέτρων, οι οικολόγοι απαντούν: «Μπρος στο -περιβαλλοντικό- κέρδος τι είναι τα κάλλη;», παραφράζοντας την παλιά λαϊκή παροιμία. Αρκετοί νησιώτες ως σύγχρονοι Δον Κιχώτες προσπαθούν να τα βάλουν με τους «ανεμόμυλους» της νέας εποχής. Για να μη μετατραπούν τα νησιά σε απέραντα πάρκα η κυβέρνηση δημιούργησε έναν χωροταξικό σχεδιασμό που ευελπιστεί να σεβαστεί το περιβάλλον και την παραδοσιακή αρχιτεκτονική, χωρίς να μετατρέψει τα νησιά σε απέραντα αιολικά πάρκα. Το πρώτο πάρκο κατασκευάστηκε στην Κύθνο και άρχισε να λειτουργεί το 1982 διαθέτοντας πέντε ανεμογεννήτριες, συνολικής ισχύος αρχικά 20 KW. Στις μέρες μας όμως, κατατέθηκε σχέδιο για εγκατάσταση 87 ανεμογεννητριών στη Σέριφο, ενώ στην Ανδρο που καταναλώνει 15 MW ηλεκτρικής ενέργειας, υποβλήθηκαν αιτήσεις για την παραγωγή άνω των 400MW. Οι άνεμοι βρίσκονται σε πρώτη ζήτηση στην ελληνική αγορά των ΑΠΕ και θα αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος για την παραγωγή «καθαρής» ενέργειας. Με στόχο να καλύψουν το 87% της συνολικής πράσινης ηλεκτρική ενέργειας, οι ελληνικοί άνεμοι πρέπει να παράγουν 3.372 KW, το 2010.
Βιοκαύσιμα Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί ότι η φύση με τη δύναμή της θα μπορούσε να κινήσει αυτοκίνητα ακόμα και βιομηχανίες; Η σόγια, ο ηλίανθος αλλά και τα καλάμια με τα ζαχαρότευτλα εμπεριέχουν μοναδικές δυνάμεις ενέργειας και γίνονται η πρώτη ύλη για την παραγωγή βιοκαυσίμων. Ουσιαστικά με την επεξεργασία τους απελευθερώνεται το διοξείδιο του άνθρακα που έχουν καταναλώσει κατά τη διάρκεια της φωτοσύνθεσης και δεν επιβαρύνεται το περιβάλλον. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η βιομάζα θα μπορούσε να αποδώσει 9% της παγκόσμιας πρωτογενούς ενέργειας και 24% των ενεργειακών αναγκών μέχρι το 2020. Η Ελλάδα έχει βάλει στόχο να εντάξει τα βιοκαύσιμα σε ποσοστό 2%, στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και στην κίνηση των οχημάτων. Για τον λόγο αυτό θα πρέπει να καταναλώσει ποσότητες 150.000 τόνων βιοντίζελ (αντί πετρελαίου κίνησης) και 390.000 τόνους βιοαιθανόλης (αντί της βενζίνης) ξεκινώντας από την εφετινή χρονιά. Για να γίνει εισαγωγή ζαχαρότευτλων και ηλίανθου πρέπει να πειστούν οι Ελληνες αγρότες να κατευθυνθούν στις νέες καλλιέργειες. Ο εθνικός στόχος είναι το 5,75% των καυσίμων που χρησιμοποιούνται για τις μεταφορές να είναι βιοκαύσιμα και το 1,2% της ηλεκτροπαραγωγής στη χώρα μας να προέρχεται από ενέργεια που παράγεται από βιομάζα έως το 2010. Η τιμή επιδότησης που προσφέρει η Ε.Ε (4,5 ευρώ το στρέμμα) δεν είναι αυτή που περίμεναν οι παραγωγοί. Απαιτούνται περίπου 3,7 εκατομμύρια στρέμματα ενεργειακής καλλιέργειας για να πλησιάσει η χώρα τον στόχο. Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, το 2006 καλλιεργήθηκαν περίπου 90.000 στρέμματα στην περιοχή του Βόρειου Εβρου και 10.000 - 15.000 στρέμματα στη Θεσσαλονίκη, Κεντρική, Ανατολική Μακεδονία και Θράκη.
Πηγή: Εφημερίδα ΕΘΝΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου