Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2009

«Ανθίζουν» νέες επιδημίες που αφανίζουν τη χλωρίδα

Εντονο προβληματισμό προκαλούν τα τελευταία χρόνια οι συχνές καταστροφές δασικών εκτάσεων ή καλλιεργειών εξαιτίας διαφόρων και συχνά νέων «εχθρών». Δηλαδή από διάφορες αιτίες που μοιάζουν σε πρώτη φάση ακατανόητες.

Το ποσοστό των νεκρών ελάτων στον Παρνασσό φτάνει στο 25%, ενώ σε ορισμένες βουνοπλαγιές το ποσοστό ξεπερνά το 80%

Κι όμως, πίσω από όλους τους καταστροφικούς παράγοντες της χλωρίδας υπάρχει ένας κοινός εχθρός: ο άνθρωπος και ο πολιτισμός του. Η φύση μάς εκδικείται; Ισως όχι. Απλώς προσπαθεί να ξεφύγει από τις βλάβες που εμείς τις προξενούμε. Ωστόσο μας δείχνει με κάθε τρόπο ότι αποτελούμε μόνο ένα μέρος του οικοσυστήματος. Και ότι όσο φερόμαστε σαν κυρίαρχοί του, η φύση θα βρίσκει τρόπους να επιβάλλει τη δική της κυριαρχία, πολύ συχνά εις βάρος των δικών μας επιδιώξεων. Η εκβιομηχάνιση της παραγωγής, το χωρίς περιορισμούς εμπόριο και η άναρχη δόμηση είναι ανθρώπινες δραστηριότητες οι οποίες έχουν έμμεσες αλλά πολύ συχνά καταστροφικές επιπτώσεις στη φύση. Τα σημάδια είναι τα νεκρά έλατα στις βουνοπλαγιές, τα άρρωστα πεύκα στα δάση και τις πόλεις, οι κατεστραμμένες καλλιέργειες από επελάσεις εντόμων.

Οι αλλαγές στη χρήση γης νεκρώνουν τα έλατα

Η επικρατούσα δασολογική άποψη αποδίδει το πρόβλημα της ξήρανσης των ελάτων σε ξηροθερμικές συνθήκες, οι οποίες δευτερογενώς καθιστούν τα δέντρα πιο ευάλωτα σε επιθέσεις εντόμων ή μυκήτων. Σύμφωνα με την ίδια άποψη το φαινόμενο παρουσιάζεται περιοδικά όταν υπάρχουν οι ανάλογες συνθήκες, ενώ από κάποιες πλευρές εκφράζονται ανησυχίες σχετικά με την πιθανή επίδραση της κλιματικής αλλαγής στα ελατοδάση. Ωστόσο ο κ. Πάνος Πετράκης, εντομολόγος-ερευνητής στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων & Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων του ΕΘΙΑΓΕ, υποστηρίζει ότι η έξαρση του φαινομένου οφείλεται σε δύο κύριες αιτίες: στην αλλαγή χρήσης γης και στην αλλαγή του βιοτόπου που έχουν επέλθει στις δασικές εκτάσεις τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με τον ίδιο, στον Παρνασσό, όπου η οικοδομική ανάπτυξη αυξάνεται διαρκώς τα τελευταία χρόνια, το ποσοστό των νεκρών ελάτων φτάνει το 25%, ενώ σε ορισμένες βουνοπλαγιές ξεπερνά το 80%. «Το νερό είναι άφθονο σε αυτές τις περιοχές και η κλιματική αλλαγή παραμένει ένα σενάριο. Το έλατο δεν αντέχει την κατάτμηση του βιοτόπου που προκαλείται από τη διάνοιξη μονοπατιών και γενικότερα την έντονη ανθρώπινη δραστηριότητα. Μόνο η σκόνη που επικάθεται στις βελόνες της ελάτης από τις οικοδομικές δραστηριότητες προκαλεί τεράστιο πρόβλημα γιατί δεν επιτρέπει στα δέντρα να αναπνεύσουν. Σταδιακά παρουσιάζουν μια θολή εικόνα και αργότερα πεθαίνουν», λέει ο κ. Πετράκης. Το ίδιο φαινόμενο παρουσιάζεται και σε άλλα βουνά της χώρας σε μικρότερη κλίμακα καθώς, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του κ. Πετράκη, στο Βελούχι τα νεκρά έλατα φτάνουν το 15% και στο Μαίναλο το 7%.

Ανεξέλεγκτη η βαμβακίαση

Η ανθρώπινη επέμβαση στο οικοσύστημα οδήγησε τα τελευταία χρόνια σε ένα ακόμα σύνθετο ζήτημα που προκάλεσε όχι μόνο οικολογικά προβλήματα, αλλά και κοινωνικές συγκρούσεις. Η βαμβακίαση των πεύκων έγινε αιτία να καταστραφούν όχι μόνο δασικές εκτάσεις αλλά και δέντρα που βρίσκονταν στον αστικό ιστό. Οι ψεκασμοί τους με χημικές φαρμακευτικές ουσίες προκάλεσαν αντιδράσεις σε πολλές γειτονιές της πόλης, καθώς οι κάτοικοι εξέφραζαν την ανησυχία τους για τις επιπτώσεις που επεφύλασσαν για τη δημόσια υγεία. Η βαμβακίαση είναι ασθένεια που οφείλεται στο κοκκοειδές έντομο Marchalina Hellenica, το οποίο τρέφεται από τους χυμούς των πεύκων. Υπό κανονικές συνθήκες το έντομο δεν προκαλεί πρόβλημα στα δέντρα. Ωστόσο επειδή η παρουσία του εντόμου στο πεύκο κάνει το δέντρο να εκκρίνει ουσίες που συμβάλλουν στην παραγωγή μελιού, ύστερα από αίτημα των μελισσοκόμων της χώρας τα πεύκα εμβολιάστηκαν με Marchalina Hellenica με αποτέλεσμα σταδιακά η κατάσταση να γίνει ανεξέλεγκτη. Σήμερα, οι προσπάθειες για αντιμετώπιση στρέφονται σε φυσικές μεθόδους με τη στρατολόγηση φυσικών εχθρών του εντόμου (άλλα έντομα και πουλιά) ή σε πλύση των δέντρων.

Φονικό για τους φοίνικες το κόκκινο σκαθάρι

Το κόκκινο σκαθάρι που εμφανίστηκε στη χώρα μας το 2006 αποδείχτηκε ιδιαίτερα «φονικό» για τους φοίνικες που βρίσκονται σε αστικά περιβάλλοντα. Μεγάλες είναι οι καταστροφές που έχουν σημειωθεί κυρίως στην Κρήτη και τη Ρόδο, αλλά και στην Ηλεία και τα νησιά, ενώ δεν έχουν λείψει τα κρούσματα και σε περιοχές της πρωτεύουσας. Σύμφωνα με τον κ. Νίκο Ροδιτάκη, εντομολόγο-τακτικό ερευνητή του ΕΘΙΑΓΕ, το «φοινικοκτόνο» σκαθάρι εισήχθη στη χώρα μας μαζί με φοίνικες από χώρες της Μέσης Ανατολής, όπως η Αίγυπτος, αλλά και από την Ευρώπη μέσω της Ισπανίας. Η ταχύτητα διάδοσής του είναι μεγάλη, καθώς, όπως λέει ο κ. Ροδιτάκης, στην Κρήτη, μέσα σε δύο χρόνια, διένυσε για να εγκατασταθεί απόσταση 60 χιλιομέτρων, ενώ μέχρι σήμερα έχει εποικίσει περιοχές 170 χιλιόμετρα μακριά από το αρχικό σημείο εμφάνισής του. Το έντομο τρώει την κορυφή των δέντρων και εισχωρεί στον κορμό, ενώ δεν χρειάζεται περισσότερο από 4 μήνες για να καταστρέψει ολόκληρο τον φοίνικα. Πάντως, όπως επισημαίνει ο κ. Ροδιτάκης, από τον συγκεκριμένο εχθρό δεν κινδυνεύει ο «φοίνικας του Θεοφράστου», η ντόπια ποικιλία που υπάρχει και στο φοινικόδασος του Βάι. «Προτιμάει τον φοίνικα των Καναρίων Νήσων που βρίσκεται κυρίως σε αστικές περιοχές, σε πάρκα και ξενοδοχεία, καθώς είναι ιδιαίτερα διαδεδομένος στην κηποτεχνία», λέει. Σημειώνει ότι η καταπολέμηση του κόκκινου σκαθαριού είναι δύσκολη και απαιτεί την εφαρμογή προγράμματος ολοκληρωμένης διαχείρισης, καθώς εκτός των άλλων οι φυσικοί του εχθροί δεν έχουν αποδειχτεί αποτελεσματικοί για την αντιμετώπισή του.

Εσπεριδοειδή
Απειλή από ξένους εισβολείς

Η ιστορία στη χώρα μας του eutetranychus orientalis ή καφέ τετράνυχου των εσπεριδοειδών ή κόκκινου τετράνυχου της ανατολής είναι απολύτως ενδεικτική της εισαγωγής ξένων εχθρών. Εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 2002, σε λεμονιά στο Ελληνικό, έξω από την πύλη εμπορευμάτων του τότε αεροδρομίου. Η είσοδός του στη χώρα μας αποτελεί και την πρώτη του καταγραφή σε ευρωπαϊκά εδάφη, ενώ στη συνέχεια εντοπίστηκε επίσης στην Ισπανία και στην Κύπρο. Οι πιθανοί τόποι προέλευσής του είναι η Ασία, η Αφρική, η Αυστραλία, η Βόρεια Αμερική, όπου γνωρίζουμε ότι βρισκόταν χρονιά πριν... πολιτογραφηθεί στη χώρα μας. Στην Ελλάδα έχει εντοπιστεί σε διάφορες περιοχές της Αττικής, καθώς επίσης στους Αγίους Θεοδώρους της Κορινθίας. Προτιμά τα εσπεριδοειδή, αλλά στρέφεται και εναντίον του αμπελιού και διάφορων κηπευτικών και καλλωπιστικών φυτών. Προσβάλλει τα φύλλα του δέντρου, αλλά και τους καρπούς και η πιθανότητα εξάπλωσής του στην Πελοπόννησο, όπου είναι εκτεταμένη η καλλιέργεια εσπεριδοειδών, αποτελεί τον φόβο και τον τρόμο των παραγωγών.

Ντομάτα
Τεράστιες ζημιές από ένα έντομο

Μπροστά σε έναν νέο εχθρό βρίσκονται οι καλλιέργειες της ντομάτας από το περασμένο καλοκαίρι. Την tuta absoluta, ένα έντομο που ενέσκηψε κυρίως στην Πρέβεζα και στην Κρήτη κάνοντας τεράστιες ζημιές στην παραγωγή. Σύμφωνα με τον κ. Τάσο Γάτσιο, γεωπόνο στη Διεύθυνση Γεωργικής Ανάπτυξης της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Πρέβεζας, η προνύμφη του λεπιδόπτερου προσβάλλει τους καρπούς, τα στελέχη και την τρυφερή βλάστηση της ντομάτας και λιγότερο άλλων κηπευτικών, όπως η μελιτζάνα, και ανοίγει στοές στην επιφάνειά τους. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη χώρα μας μόλις τον περασμένο Ιούνιο και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του κ. Γάτσιου, θα επεκταθεί και σε άλλες περιοχές της χώρας και θα απασχολήσει όχι μόνο τους επαγγελματίες, αλλά και ερασιτέχνες παραγωγούς. «Η αντιμετώπιση της συγκεκριμένης προνύμφης είναι ιδιαίτερα δύσκολη γιατί εισχωρεί στα φυτικά όργανα, ενώ έχει 10-12 βιολογικούς κύκλους τον χρόνο. Το συγκεκριμένο είδος αναγνωρίστηκε στη δεκαετία 60-70 σε χώρες της Νότιας Αμερικής. Πέρασε τον Ατλαντικό και το 2006 βρέθηκε στην Ισπανία και μέχρι σήμερα έχει εξαπλωθεί σε ολόκληρη σχεδόν τη Λεκάνη της Μεσογείου. Στην Πρέβεζα πολλοί αγρότες έχουν πάθει ολοκληρωτική καταστροφή και έχει γίνει αίτημα για αποζημίωση στον ΕΛΥΑ», λέει ο κ. Γάτσιος, ενώ επισημαίνει ότι η ανάπτυξη του πληθυσμού είναι πολύ γρήγορη και η βιολογική καταπολέμηση δύσκολη, καθώς στη χώρα μας το νεοεισαχθέν έντομο δεν έχει ακόμα προσαρμοστεί ώστε να αναπτυχθούν οι φυσικοί εχθροί του.

Τα χέρια ψηλά σηκώνουν παραγωγοί και επιστήμονες
Νέοι εχθροί απειλούν πλέον τις καλλιέργειες

Στο ανεξέλεγκτο διεθνές εμπόριο και στους εντατικούς ρυθμούς της σύγχρονης καλλιέργειας αποδίδουν οι γεωπόνοι το φαινόμενο της εισβολής νέων εχθρών στις καλλιέργειες. Με τα εισαγόμενα αγροτικά προϊόντα ή τις ποικιλίες σπόρων και φυτών πολύ συχνά μεταφέρονται νέοι παθογόνοι παράγοντες για τις ντόπιες καλλιέργειες, κάνοντας τους παραγωγούς αλλά και τους επιστήμονες να «σηκώνουν τα χέρια ψηλά» τουλάχιστον για το πρώτο διάστημα εμφάνισης των άγνωστων εχθρών. «Η μεταφορά καρπών ή πολλαπλασιαστικού υλικού εμπεριέχει ρίσκο και σίγουρα έχει συντελέσει στην εισαγωγή εντόμων, παρασίτων, μικροβίων, ιών. Στην Αυστραλία και την Αμερική υπάρχει τρομερός έλεγχος στην εισαγωγή νέων ειδών, κάτι που είναι βέβαια δύσκολο να εφαρμοστεί τόσο αυστηρά στην Ελλάδα που αποτελεί εμπορικό σταυροδρόμι. Χαρακτηριστικό είναι ότι στην ιστορία της γεωργίας ο περονόσπορος και το ωίδιον, δύο από τις σημαντικότερες ασθένειες του αμπελιού, δεν υπήρχαν στην αρχαία Ελλάδα», λέει ο Μάριος Δεσύλλας, γεωπόνος και σύμβουλος βιολογικής γεωργίας. Ο ίδιος επισημαίνει ότι ένας ακόμα παράγοντας που δυσκολεύει τα πράγματα είναι οι εντατικοί ρυθμοί της σύγχρονης καλλιέργειας: «Τα υβρίδια που κυρίως καλλιεργούνται τα τελευταία 20 χρόνια, καθώς και η κλωνική αναπαραγωγή έχουν συμβάλει στο να είναι σήμερα τα φυτά πιο ευάλωτα στους εχθρούς. Επίσης η υπερβολική λίπανση των φυτών κάνει τα κύτταρα πιο μεγάλα και ευάλωτα σε προσβολές, ενώ οι χημικοί ψεκασμοί με εντομοκτόνα ευρέος φάσματος σκοτώνουν εκτός από τα επικίνδυνα και τα ωφέλιμα έντομα». Ο κ. Δεσύλλας εκτιμά ότι η βιολογική καλλιέργεια είναι η καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση των εχθρών, καθώς επιτρέπεται έτσι στο οικοσύστημα να ανακτήσει τους μηχανισμούς αυτοπροστασίας του. «Σημαντικό είναι να γίνονται πολυκαλλιέργειες ακόμα και στο πλαίσιο της συμβατικής γεωργίας, καθώς επίσης να προτιμώνται οι παλιές ντόπιες ποικιλίες», τονίζει.

Πηγή: Εφημερίδα ΕΘΝΟΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου